16 Ιουλ 2010

Ενεργητική μαθητεία


Ανακτήθηκε από netschoolbook
Ως ενεργητική μάθηση ορίζουμε της δραστηριότητες που οδηγούν σε συμμετοχή των μαθητών σε ενέργειες έτσι, ώστε να αποφεύγεται η παθητική παρακολούθηση μιας διάλεξης ενώ ταυτόχρονα βοηθάμε τους μαθητές να συμμετέχουν, να μάθουν και να εφαρμόσουν την ύλη του μαθήματος.

Τα μέλη των κοινοτήτων μάθησης ενθαρρύνονται να συμμετέχουν ενεργά, προσφέροντας συχνά δικό τους υλικό. Μέρος του κινήτρου για τις συνεισφορές τους είναι να δουν πώς και πόσα άλλα μέλη θα κεντριστούν ώστε να απαντήσουν, με ένα σχόλιο ή μια ερώτηση. Ο Bork (1985) έχει τονίσει την πιθανή χρήση του υπολογιστή ως ενός ‘αποκριτικού’ (responsive) μαθησιακού περιβάλλοντος. Από αυτή την οπτική θεώρηση, η δημιουργία μιας ‘κατάστασης ενεργητικής μαθητείας’ είναι η σημαντικότερη διάσταση σε εφαρμογές των υπολογιστών για την εκπαίδευση. Σύμφωνα μάλιστα με τον Bork, η προσέγγιση ‘άσκηση-και-πρακτική’ σε αρκετά συστήματα εκμάθησης μέσω υπολογιστή έχει περιοριστική και αρνητική επίδραση στην ανάπτυξη του εκπαιδευτικού δυναμικού που εσωκλείνει ο υπολογιστής...

Στις κοινότητες μάθησης, αν και οι απαντήσεις είναι καθυστερημένες, είναι σημαντικό ότι είναι κατασκευασμένες από άλλα ανθρώπινα όντα (και όχι τον υπολογιστή). Μπορεί να είναι αγενείς ή επικριτικές, και όχι απλά ουδέτερες ή γεμάτες κολακευτικά σχόλια! Μάλιστα, για να μάθει κανείς, είναι απαραίτητο να δέχεται ‘εποικοδομητική κριτική’ εκτός από επαίνους, να μάθει να αντιπαραθέτει την άποψή του εκτός από το να συμφωνεί.

Η διεργασία που λαμβάνει χώρα στις κοινότητες μάθησης προσομοιάζει με αυτό που ο Charles Horton Cooley (1902) βάπτισε ‘The Looking Glass Self’. Η ποιότητα και η σπουδαιότητα των ιδεών κάποιου επιβεβαιώνονται από την κοινότητα ή απορρίπτονται. Οι συμμετέχοντες διαμορφώνουν απόψεις για την εγκυρότητα και σπουδαιότητα των ιδεών τους βασισμένοι στις απαντήσεις των άλλων.

Τα ακόλουθα χαρακτηριστικά της ενεργητικής μαθητείας προσφέρουν τις θεμελιώδεις αρχές για ένα συμμετοχικό όραμα παραγωγής και απόκτησης της γνώσης στο πλαίσιο των κοινοτήτων μάθησης:

* μεγαλύτερη συσχέτιση της μάθησης με τα πραγματικά προβλήματα και καταστάσεις που οι μαθητές θα κληθούν να αντιμετωπίσουν στο εργασιακό τους περιβάλλον,
* εργασία σε άμεση επαφή (hands-on mode) με τον φυσικό κόσμο, σε συνδυασμό με την εργασία με σύμβολα και λέξεις,
* εκμάθηση ενός αντικειμένου ακριβώς τη στιγμή που χρειάζεται για την επίλυση ενός προβλήματος ή την ολοκλήρωση ενός έργου, αντί μέσω μιας καθορισμένης εκπαιδευτικής διαδικασίας (preset curriculum sequence),
* μάθηση σε ένα διεπιστημονικό (interdisciplinary) περιβάλλον, αντί του διαχωρισμού των θεμάτων σε άλλα επιμέρους,
* εξέταση ενός προβλήματος σε βάθος, αντί της τεχνητής εξαντλητικής κάλυψης πολλών ετερόκλητων θεμάτων,
* σμίλευση της γνώσης αντί της απλής αποστήθισης γεγονότων που εξιστορήθηκαν από κάποιους ειδικούς,
* απασχόληση με έργα και προβλήματα ουσιαστικού ενδιαφέροντος για τον μαθητή ή μία ομάδα μαθητών, αντί της μάθησης όλων όσα οι συνομήλικοι αναμένεται να μάθουν στην συγκεκριμένη περίοδο,
* δόμηση των γνωστικών εμπειριών σε όσα κάποιος βιώνει στη ζωή του, όχι μόνο στη ‘σχολική’ ύλη,
* εκτίμηση της επίδοσης κάποιου βάσει πραγματικών έργων αντί τεχνητών εξετάσεων, και
* χρήση των πραγματικών εργαλείων που χρησιμοποιούνται στην εργασία στο περιβάλλον απασχόλησης, αντί των υπέρ-απλουστευμένων τεχνικών των ακαδημαϊκών συγγραμμάτων.

Η Επικοινωνία Μέσω Υπολογιστή για την Υποστήριξη των Κοινοτήτων Μάθησης

Δρ Κλειώ Σγουροπούλου Δρ Αναστάσιος Κουτουμάνος

Από τη Δασκαλοκεντρική στη Μαθητοκεντρική προσέγγιση: ο μαθητής

Ο μαθητής

- ήταν παθητικός ακροατής
- αναλάμβανε καθήκοντα που σχεδίαζε ο καθηγητής
- μελετούσε το σχολικό βιβλίο

Ο μαθητής μπορεί να:
- αναλάβει ενεργητικό ρόλο
- γίνει δάσκαλος άλλων
- ερευνητής που αναζητά πληροφορίες από μια πληθώρα πηγών και σταδιακά οικοδομεί τη γνώση του

Από τη Δασκαλοκεντρική στη Μαθητοκεντρική προσέγγιση: ο καθηγητής
Ο καθηγητής δεν αποτελεί μοναδικό & βασικό παροχέα πληροφοριών αλλά μετατρέπεται σε κάποιον που διευκολύνει τη μάθηση, σε υποστηρικτικό καθοδηγητή των μαθητών.
Ο καθηγητής σχεδιάζει διαθεματικές δραστηριότητες που βασίζονται σε πραγματικά καθημερινά προβλήματα και οργανώνει γύρω από αυτές το μάθημα.
Ο καθηγητής αποτελεί μέλος μια μαθησιακής κοινότητας.

Μαθητοκεντρική vs. Δασκαλοκεντρική προσέγγιση

Δασκαλοκεντρική προσέγγιση Μαθητοκεντρική προσέγγιση
Δομημένο εκπαιδευτικό υλικό Διεπιστημονικό εκπαιδευτικό υλικό

Η γνώση μεταφέρεται από το διδάσκοντα Μαθησιακή εμπειρία υποβοηθείται
από το διδάσκοντα

Παθητικός ο ρόλος του μαθητή Ενεργητικός ο ρόλος του μαθητή

Έμφαση στην αποστήθιση:
Εξάσκηση μνήμης και πρακτικής Έμφαση στη δημιουργική έκφραση:
Ο μαθητής αναλαμβάνει δραστηριότητες και
την επίλυση προβλημάτων.
Ενθαρρύνεται η ομαδική εργασία

Κεντρικός ο ρόλος της αξιολόγησης:
αξιολογείται το αποτέλεσμα Εναλλακτικές μέθοδοι αξιολόγησης μέσα
από τη δραστηριότητα των μαθητών:
αξιολογείται η διαδικασία

Καλλιεργείται η γνωστική ανάπτυξη Καλλιεργείται η γνωστική και
συναισθηματική ανάπτυξη




Διαβάστε τη συνέχεια του άρθρου εδώ...

12 Ιουλ 2010

Η Πληροφορική στη Δευτεροβάθμια Εκπαίδευση


Είναι δυστυχώς γεγονός, ότι η διδασκαλία της Πληροφορικής στη Δευτεροβάθμια Εκπαίδευση αποτελεί στην ουσία μια εκπαιδευτική δραστηριότητα δεύτερης διαλογής για το επίσημο κράτος.

Τη στιγμή που γίνεται λόγος για την "κοινωνία της πληροφορίας", την "ψηφιακή σύγκλιση", την "άρση του ψηφιακού αναλφαβητισμού", το "ηλεκτρονικό σχολείο" και διάφορα άλλα τέτοια βαρύγδουπα και εύηχα, η πληροφορική στη δευτεροβάθμια εκπαίδευση αποτελεί ένα μέσο για να γεμίσουν οι ώρες στο ωρολόγιο πρόγραμμα.

Δεν εξηγείται διαφορετικά το γεγονός ότι η πληροφορική διδάσκεται για ΜΙΑ (1) ΟΛΟΚΛΗΡΗ ώρα στις τρεις τάξεις του γυμνασίου και ως μάθημα επιλογής 2 ωρών στο λύκειο εκτός από την "ανάπτυξη Εφαρμογών σε Προγραμματιστικό Περιβάλλον" που ως πανελλαδικώς εξεταζόμενο μάθημα διδάσκεται για 2 ολόκληρες την εβδομάδα στην τεχνολογική κατεύθυνση.

Σε όλα αυτά θα πρέπει να προσθέσουμε και την πλήρη συρρίκνωση των μαθημάτων πληροφορικής στα...

πρώην ΤΕΕ που με το νόμο της κας. Γιαννάκου έγιναν ΕΠΑΛ και ΕΠΑΣ με αποτέλεσμα την αύξηση των ωρών στα μαθήματα γενικής παιδείας και τον επακόλουθο περιορισμό των μαθημάτων ειδικότητας.

Είναι επομένως προφανές ότι σε πλήρη αντιδιαστολή με ότι συμβαίνει σε ΟΛΕΣ τις προηγμένες χώρες του λεγόμενου αναπτυγμένου κόσμου, στην Ελλάδα το μάθημα που θα έπρεπε να αποτελεί αιχμή στην εκπαιδευτική διαδικασία είναι στην ουσία στα αζήτητα.

Για την κατάσταση αυτή που επικρατεί έχουν φυσικά και τις ευθύνες τους οι επαγγελματίες του χώρου της πληροφορικής που εγκλωβισμένοι σε μικροσκοπιμότητες και κοντόφθαλμες θεωρήσεις του χώρου της πληροφορικής δεν έχουν καταφέρει ακόμα να ιδρύσουν ένα επιμελητήριο πληροφορικής που θα εκφράζει συνολικά τα συμφέροντα του κλάδου.

Από τη μια έχουμε το κράτος που ως γνωστό αδυνατεί να παρακολουθήσει τις εξελίξεις εδώ και δεκαετίες και το οποίο δέχεται ανήμπορο να αντιδράσει τις πιέσεις των οργανωμένων ενώσεων και συλλόγων (ένωση Ελλήνων φυσικών, μαθηματική εταιρεία κ.α.) και από την άλλη την ανικανότητα των πληροφορικών να εκφραστούν ενιαία και συλλογικά για το συμφέρον του κλάδου τους.

Δεν είναι επομένως δύσκολο να αιτιολογηθεί γιατί η Ελλάδα αποτελεί παράδειγμα προς αποφυγή αναφορικά με τις νέες τεχνολογίες στην εκπαίδευση.
Δεν είναι καθόλου τυχαίο γιατί στην Ελλάδα η πληροφορική στη Δευτεροβάθμια Εκπαίδευση αποτελεί πάρεργο και όχι ουσιαστική εκπαιδευτική διαδικασία.

Ας ελπίσουμε ότι κάποια στιγμή θα γίνουν και στην Ελλάδα τα αυτονόητα.
Ας ελπίσουμε ότι κάποια στιγμή θα ακολουθήσει και το Ελληνικό Εκπαιδευτικό σύστημα με χρονική υστέρηση κάποιων δεκαετιών αυτό που σε όλο τον αναπτυγμένο κόσμο θεωρείται φυσικό και αναγκαίο.

edu4adults
Διαβάστε τη συνέχεια του άρθρου εδώ...

11 Ιουλ 2010

ΤΟ ΕΚΠΑΙ ΕΥΤΙΚΟ ΕΠΑΓΓΕΛΜΑ ΣΤΗΝ ΕΠΟΧΗ ΤΩΝ ΑΛΛΑΓΩΝ


Του Χρίστου Δούκα, Συμβούλου Φυσικής του Παιδαγωγικού Ινστιτούτου στο http://www.aae.org.gr

Οι εκπαιδευτικοί αντιμετωπίζουν στα σχολεία την ανάγκη να προετοιμάσουν τους
μαθητές με προσόντα που σε παλαιότερες εποχές απευθύνονταν σε μια μικρή
μειοψηφία προνομιούχων. Επιπλέον η απόκτηση των προσόντων αυτών συμβαδίζει
με τη μεγαλύτερη πολυμορφία του μαθητικού δυναμικού που υπήρξε ποτέ στην
εκπαίδευση-πολυμορφία πολιτισμική, κοινωνική, οικονομική, εθνοτική,
ενδιαφερόντων, τρόπων ζωής κ.α.
Τα «ανώτερης τάξης» προσόντα και η πολυμορφία των μαθητών είναι δυο
συντελεστές που διαμορφώνουν τα νέα εκπαιδευτικά περιβάλλοντα. Η αντιμετώπισή
τους χρειάζεται νέα εργαλεία πολιτικής και δομές υποστήριξης της μάθησης...

Το εκπαιδευτικό επάγγελμα είναι καταλύτης στις απαιτούμενες αλλαγές. Είναι
κατεξοχήν το επάγγελμα των κοινωνιών της μάθησης. Μπορεί να συμβάλλει στη
διαμόρφωση μιας θετικής και κριτικής στάσης απέναντι στις ευκαιρίες και τους
κινδύνους που περικλείουν οι φρενιτιώδεις αλλαγές στα φυσικά, κοινωνικά και
οικονομικά περιβάλλοντα.
Για τους λόγους αυτούς χρειάζεται να ξανασκεφθούμε την ανάπτυξη του
εκπαιδευτικού επαγγέλματος με διαφορετικό πρίσμα.. Κλειδί στην επαγγελματική
ανάπτυξη των εκπαιδευτικών είναι η ενδυνάμωση της ικανότητάς τους να γίνουν
περισσότερο αυτόνομοι και ανεξάρτητοι στην οικοδόμηση της επαγγελματικής τους
ταυτότητας για τη βελτίωση των σχολείων. Η επαγγελματική ανάπτυξη δεν είναι ένα
άθροισμα επιμορφωτικών δραστηριοτήτων. Είναι μια (ια Βίου διαδικασία σε όλους
τους χώρους μάθησης , εντός και εκτός σχολείου. Είναι προσανατολισμένη στη
βελτίωση των μαθητών, στηρίζεται στο διερευνητικό πνεύμα, είναι συμμετοχική και
προϋποθέτει δομές και θεσμούς υποστήριξης.
Η ενδυνάμωση των επαγγελματικών ικανοτήτων σημαίνει ότι η διδακτική γνώση
δημιουργείται από τους ίδιους τους εκπαιδευτικούς, στα δικά τους περιβάλλοντα και
με την κεντρική υποστήριξη. (εν μεταβιβάζεται μηχανιστικά από πάνω προς τα κάτω
με «εξωτερικούς» κανόνες και εγκυκλίους.
Μερικές αρχές για την επαναπροσέγγιση του εκπαιδευτικού επαγγέλματος και
ειδικότερα της επιμόρφωσής του είναι:
• Η μετάβαση από την επαγγελματική επιμόρφωση που στηρίζεται στην «κάλυψη
των ελλειμμάτων» γνώσεων των εκπαιδευτικών στην «επαγγελματική
ενδυνάμωση» με την απόκτηση ικανοτήτων, εργαλείων και ευκαιριών να
σχεδιάζουν οι ίδιοι τη μάθηση.
• Η υποκατάσταση της «άμεσης» επιμόρφωσης που επικεντρώνεται στην εφαρμογή
εκπαιδευτικών υλικών που έχουν προετοιμασθεί κεντρικά, στην επιμόρφωση «με
κέντρο το σχολείο». Η επιμόρφωση αυτή αποβλέπει στη συμμετοχή των
εκπαιδευτικών στον προσδιορισμό και την αντιμετώπιση προβλημάτων της
διδακτικής πράξης, τη σύνδεση θεωρίας πράξης, τη συνεργατική διαμόρφωση
στόχων και μαθησιακών δράσεων κ.α.
• Η εγκατάλειψη της αντίληψης για τους εκπαιδευτικούς ως «τεχνικών» εφαρμογής
εντολών και αναπαραγωγούς πακέτων γνώσεων και η υιοθέτηση της αντίληψης
των εκπαιδευτικών- ως «επαγγελματιών», διανοητών και σχεδιαστών της
σχολικής πράξης. Επαγγελματίες που «αναστοχάζονται» συνεχώς τις πρακτικές
της εργασίας τους στις καθημερινές συναντήσεις στα σχολεία, σε επιμορφωτικές
και ερευνητικές δράσεις για τη βελτίωση της μάθησης, στο σχεδιασμό
ανανεούμενων παιδαγωγικών υλικών στις τοπικές συνθήκες, στη δημιουργία
συνεργατικών περιβαλλόντων μάθησης με άμεσες και ψηφιακές μορφές
επικοινωνίας.
Τα παραπάνω συνδέονται με άλλες παραμέτρους υποστήριξης της επαγγελματικής
ανάπτυξης όπως η παροχή κινήτρων εξέλιξης και ευκαιριών που προσφέρονται στο
επάγγελμα.
Χρειάζεται - με αφορμή τους σχεδιασμούς για την εφαρμογή του νέου προγράμματος
2007-2013- να ανοίξει ένα νέο κεφάλαιο. Αν, όπως έχει ειπωθεί, το νέο Κοινοτικό
Πρόγραμμα είναι «η τελευταία ευκαιρία της Ελλάδας», αυτό ισχύει κατεξοχήν στον
εκπαιδευτικό χώρο. Η διαχείριση και η «απορροφητικότητα» δεν υποκαθιστούν την
ανάγκη νέων πολιτικών. Οι νέες πολιτικές επικεντρώνονται στην ανάπτυξη των
Ανθρώπινων Πόρων ως συντελεστού στη δημιουργία, την καινοτομία, τα ανοικτά
περιβάλλοντα μάθησης ως οργανικού συστατικού της ζωής. Χρειάζεται με αφετηρία
το παρόν και ορίζοντα το μέλλον μια διαφορετική κλίμακα ιδεών, ιεραρχήσεων,
προτεραιοτήτων και διαδικασιών εφαρμογής.
Διαβάστε τη συνέχεια του άρθρου εδώ...